Αποευαισθητοποίηση και επαναπροσαρμογή μέσω οφθαλμικών κινήσεων
Η πρωτοποριακή μέθοδος EMDR είναι μια συνθετική μέθοδος ψυχοθεραπείας, η οποία συνδυάζει αρμονικά πολλά επιτυχή στοιχεία από διάφορες αποτελεσματικές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις: ειδικότερα ενσωματώνει στοιχεία από την προσωποκεντρική, την ψυχοδυναμική, τη γνωσιακή-συμπεριφορική, τη διαπροσωπική θεραπευτική προσέγγιση, τη σωματική ψυχοθεραπεία καθώς και την θεραπευτική ύπνωση (Shapiro 2001). Τα στοιχεία αυτά εντάσσονται σε δομημένα θεραπευτικά πρωτόκολλα, τα οποία είναι ειδικά σχεδιασμένα, ώστε να επαυξάνουν τη θεραπευτική αποτελεσματικότητα.
Η μέθοδος EMDR είναι μία δομημένη θεραπευτική διαδικασία, η οποία πραγματοποιείται σε 8 βασικές φάσεις. Στοχεύει αρχικά στην επεξεργασία παρελθοντικών στρεσσογόνων ή τραυματικών βιωμάτων-αναμνήσεων, τα οποία πιθανόν να οδήγησαν σε μια πλειάδα από συμπτώματα και προβλήματα.
Στη συνέχεια, θεραπευόμενος και θεραπευτής θέτουν ως στόχο επεξεργασίας καταστάσεις του παρόντος, οι οποίες πυροδοτούν δυσλειτουργικές πεποιθήσεις, συναισθήματα και σωματικά συμπτώματα, ενώ η θεραπεία ολοκληρώνεται με την εγκαθίδρυση θετικών μοτίβων συμπεριφοράς για το μέλλον, θέτοντας με αυτόν τον θεραπευτικό κύκλο τις βάσεις για την αποκατάσταση της ψυχικής υγείας.
Βασικό στοιχείο της μεθόδου είναι τα διεστιακά (αμφίπλευρα) αισθητηριακά ερεθίσματα (οπτικά, ακουστικά, απτικά), τα οποία αποτελούν καινοτομία της μεθόδου. Κατά τη διάρκεια των φάσεων θεραπευτικής επεξεργασίας ο θεραπευόμενος εστιάζει την προσοχή του σε στρεσσογόνες αναμνήσεις, ενώ ταυτόχρονα καλείται να παρακολουθήσει τα διεστιακά αυτά ερεθίσματα. Τα αισθητηριακά αμφίπλευρα ερεθίσματα ενισχύουν συνειρμικές διαδικασίες, με αποτέλεσμα ο θεραπευόμενος να βιώνει αλλαγές σε επίπεδο γνωστικό, συναισθηματικό, νευροφυσιολογικό και σωματικών αισθήσεων.
Η θεραπεία είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε άτομα με απλό και σύνθετο τραύμα, διαταραχή μετατραυματικού στρες, φοβίες και χρόνιους πόνους και τα συμπτώματα μπορούν να περιοριστούν άμεσα. Η μέθοδος EMDR διεξάγεται μόνο από εκπαιδευμένους ειδικούς ψυχικής υγείας (ψυχολόγους, ψυχιάτρους) και προϋποθέτει μία εξειδικευμένη ψυχοθεραπευτική εκπαίδευση, ενώ η σωστή εφαρμογή της απαιτεί αρκετή κλινική εμπειρία.